Λόγος Δέκατος
όλοι οι φονιάδες της ζωής και οι πνίχτες της αλήθειας.
Φύτρα κακή, γραμματικοί, ρητόροι, φιλοσόφοι,
με τα γεμάτα ονόματα και τα άδεια τα κεφάλια,
πλέχτες των αερόλογων και των ανόητων ψάλτες!
Είν’ όμορφος ο θάνατος απ’ ό,τι μέσα του έχει
αξήγητο κι απέραντο κι αθάνατο και μέγα,
κ’ εσείς, αντι να γίνετε των κρίνων τρυγητάδες
που μέσα απο τα μνήματα σαν πιό χλωρά φυτρώνουν,
(γιατί τα πότισαν καρδιές με δάκρυα καί με αίμα),
και κάτου από των αμάραντων κυπαρισσιών τους ίσκιους
αντί να μελετήσετε τον κόσμο που διαβαίνει
κι όλο είν’ ο ίδιος κι όλο αλλάζει, - εσείς γυρτοί στούς τάφους
ταράζετε τα κόκκαλα κια ψηλαφολογάτε
τις κάμπιες, κι απ’ του θανάτου την νέκρα έίναι η ζωή σας.
Καί ζήτε από την ασκήμια σαν καταχωνιασμένοι,
κι’ όλο φανταζεστε πώς είναι αχτίδα της αλήθειας
τάχνόφεγγο του σκέλεθρου και της πυφολαμπίδας,
πάντα στραβοί, κι αγγρίκητα κι αμίλητα σάς είναιv
όλα τα ωραία και ταγαθά, δειχτά ή κρυφά της Πλάσης.
Η γλώσσα που βροντομαχά στο λογο μου είν’ η γλώσσα
Της αργατιάς, της λεβεντιάς, και των ακέριων, και είναι
με τι δική σας άμοιαστη πόχει τα λόγια πάντα
ξεθωριασμένα σα νεκρά και σα μπαλσαμωμένα.
Εμένα ροδοκόκκινα τα λόγια μου σαλεύοθν
σαν του ματού το παίξιμο, και σαν την όψη αλλάζουν,
γιατί στην γλώσσα των απλών, κάθε που την αφήσουν
όλο να δώσει τάνθος της, το Πνεύμα τάγιο πνέει
που χέρια πάει και λογισμούς προς τα μεγάλα έργα.
Και ρίμες και πιττάκια σας κι όλα σας τα γραμμένα,
φύτρα κακή, σχολαστικοί, ξυλόσοφοι, λογάδες,
δεν είναι τίποτε, μπροστ’α στο καταφρονεμένο,
στα άγραφο, σταποσπερινό τραγούδι που ταρχίζει
σάν κατεβαίνη απο το χλωμό βουνόπλαγο ο τσοπάνος
καί του ταρπάζει η θάλασσα και του ταποτελειώνει
στη μέρα που αργοσβύνοντας τακούει, κι αναγαλλιάζει!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου